
Στη δυτική μεριά της Θεσσαλονίκης, περίπου μισό χιλιόμετρο μετά την ανισόπεδη γέφυρα της οδού Μοναστηρίου προς την έξοδο της πόλης, συναντάμε το Σιδηροδρομικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Ιδρύθηκε το 2001 και στεγάζεται στο ανακαινισμένο κτίριο της παλαιάς Στρατιωτικής Στάσης («Station Militaire») της σιδηροδρομικής γραμμής Θεσσαλονίκης – Κωνσταντινούπολης (γαλλικά: «Jonction Salonique-Constantinople»), πλησίον της σιδηροδρομικής διακλάδωσης TX-3.
Το κτίριο του σταθμού κατασκευάστηκε μεταξύ 1891 – 1894 από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Pierro Arrigoni (1856 – 1940). Αρχικά, στέγαζε την Υπηρεσία Στρατηγικής Εκμετάλλευσης της σιδηροδρομικής γραμμής Θεσσαλονίκης – Κωνσταντινούπολης, της οποίας η κατασκευή άρχισε περίπου το ίδιο χρονικό διάστημα. Σκοπός της συγκεκριμένης υπηρεσίας ήταν η εξασφάλιση της ροής στις μεταφορές προκαλύψεως ή επιστρατεύσεως σε περίπτωση πολέμου. Άλλωστε, η γραμμή εξυπηρετούσε κυρίως στρατιωτικούς σκοπούς, καθώς ήταν η μόνη ταχεία συγκοινωνία του οθωμανικού στρατού στα Βαλκάνια.

Στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι δυνάμεις της Αντάντ αποβίβασαν στρατό στη Θεσσαλονίκη, με σκοπό να ανοίξουν ένα νέο μέτωπο στα Βαλκάνια. Τότε, με επίκεντρο τη Στρατιωτική Στάση, δημιούργησαν την αποθήκη διανομής (Distributing Depots – British Reserve Ammunition Depot). Για την καλύτερη εξυπηρέτηση των ανεφοδιασμών και των μεταφορών, οι Σύμμαχοι κατασκεύασαν ενωτική των γραμμών Θεσσαλονίκης – Κωνσταντινούπολης και Θεσσαλονίκης – Σκοπίων, με τη Στρατιωτική Στάση να λειτουργεί ως πρόσταθμος για τις αμαξοστοιχίες και των δύο γραμμών.

Στα μεταπολεμικά χρόνια, το κτίριο ήταν ιδιοκτησία του ΣΕΚ (Σιδηρόδρομοι Ελληνικού Κράτους), ενώ το 1970 πέρασε στον νεοσύστατο ΟΣΕ (Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδος), στον οποίον ανήκει έως σήμερα. Κατά την περίοδο 1977-1997 ο σταθμός παρέμεινε κλειστός. Το 1996, έπειτα από πολλά χρόνια αχρησίας και εγκατάλειψης, το κτίριο παραχωρήθηκε με συμβολικό μηνιαίο μίσθωμα στο Σύλλογο Φίλων Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης.

Ο Σύλλογος Φίλων Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης ιδρύθηκε το 1986, με σκοπό τη συντήρηση, τη διατήρηση και παρουσίαση των εκθεμάτων, που έχουν σχέση με την ιστορική εξέλιξη του σιδηροδρόμου, αλλά και τη διάδοση της αγάπης για τα τρένα στο ευρύτερο κοινό. Το 1996, έπειτα από αγώνα του τότε Προέδρου του Συλλόγου Ευθύμη Κοντόπουλου, παρέλαβε και ανακαίνισε το κτίριο της Στρατιωτικής Στάσης, το οποίο χρησιμοποιεί από τότε ως βάση του. Από την ίδρυση του Σιδηροδρομικού Μουσείου (2001) έως σήμερα ο Σύλλογος λειτουργεί το μουσείο πραγματοποιώντας ξεναγήσεις, δράσεις, εκδηλώσεις, κ.τ.λ., διασώζοντας την ιστορία του σιδηροδρόμου και μεταδίδοντας την αγάπη για τα τρένα στις νεότερες γενιές.

Η μορφή του κτιρίου της Στρατιωτικής Στάσης ανάγεται σε δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα κατασκευής ανάλογων κτιρίων. Εύκολα μπορεί κανείς να διακρίνει το ξεχωριστό αρχιτεκτονικό του στυλ. Η κάτοψη του είναι σταυροειδής με άξονα συμμετρίας κάθετο προς τις σιδηροδρομικές γραμμές, ενώ διαθέτει συμμετρικά τοξωτά ανοίγματα, στρογγυλό φεγγίτη στις πλάγιες όψεις για τον αερισμό της ξύλινης στέγης, καθώς και ξύλινους εξωτερικούς δοκούς. Το κτίριο είναι ένα υπερυψωμένο ισόγειο με δύο εισόδους, ενώ αποτελείται από έναν ευρύ κεντρικό χώρο και τέσσερις αίθουσες, ανά δύο εκατέρωθεν του άξονα συμμετρίας.

Στην κεντρική αίθουσα ξεχωρίζουν οι περίτεχνες μαρκετερί , οι οποίες προέρχονται από βαγόνι του φημισμένου Orient Express. Πρόκειται για κομμένα και συναρμολογημένα κομμάτια ξύλου, που χρησίμευαν για τη διακόσμηση επιφανειών. Εξίσου ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο νιπτήρας του διαμερίσματος του Ελληνικού βασιλικού βαγονιού, που χρησιμοποιούσαν οι βασιλείς της Ελλάδος κατά το παρελθόν.

Στην «Αίθουσα Κανονισμών και λοιπών εκθεμάτων» ο επισκέπτης μπορεί να δει παλαιά έντυπα, νομοθεσίες, κανονισμούς λειτουργίας των σιδηροδρόμων, εγχειρίδια χειρισμών και επισκευής μηχανών έλξης και βαγονιών, εκπαιδευτικά και ιστορικά έντυπα, υπηρεσιακά υποδείγματα, παλαιά ρολόγια, φανούς πορείας και σήμανσης, κ.ά.




Στην «Αίθουσα Τεχνολογίας Σιδηροδρόμου» υπάρχουν εξαρτήματα εξοπλισμού των μηχανών έλξης (Ατμαμαξών και Δηζελαμαξών), όπως ταχογράφοι, χειριστήρια πέδης κ.ά., αλλά και εξοπλισμός σιδηροδρομικών εγκαταστάσεων, σταθμών και συνεργείων, εξοπλισμός σηματοδότησης ισόπεδων διαβάσεων και γραμμής, όπως τηλεφωνικά κέντρα, τηλέγραφοι, καταγραφικά γραμμής, κ.ό.κ.




Στην «Αίθουσα Σταθμάρχη» εκτίθενται στολές σταθμαρχών των Ελληνικών σιδηροδρόμων αλλά και σιδηροδρόμων βαλκανικών χωρών παλαιοτέρων ετών, διάφορα αντικείμενα που έβρισκε κανείς σε ένα γραφείο σταθμάρχη, όπως μηχανήματα επικύρωσης εισιτηρίων, σφραγίδες, τηλέγραφοι, παλαιές γραφομηχανές, σήματα και διακριτικά στολών, καπέλα, υπηρεσιακά υποδείγματα κυκλοφορίας αμαξοστοιχιών, έπιπλα, διάφορα έντυπα εποχής, κ.τ.λ.






Τέλος, στην «Αίθουσα Μηχανοδηγού» ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να δει στολές μηχανοδηγού παλαιοτέρων ετών, σήματα, πινακίδες και μηχανισμούς ατμομηχανών, εξαρτήματα βαγονιών των Ελληνικών αλλά και ξένων σιδηροδρόμων, κ.τ.λ.







Σήμερα το μουσείο λειτουργεί με την αποκλειστική φροντίδα του «Συλλόγου Φίλων Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης», χωρίς καμία επιχορήγηση με την βοήθεια χορηγών και την οικονομική συνδρομή των μελών και επισκεπτών. Συνεχίζει να αποτελεί ένα ιδιαίτερο πολιτισμικό στοιχείο της δυτικής Θεσσαλονίκης, που δεν αφήνει κανέναν ασυγκίνητο.
Για τα εκθέματα των εξωτερικών χώρων του μουσείου θα επανέλθουμε σε επόμενο άρθρο.
Κείμενο: Γιώργος Πολύχρους
Φωτογραφίες: Μιχάλης Μαγνήσαλης
Εγγραφείτε στο Blog μας δίνοντας μόνο το email σας για να λαμβάνετε κάθε νέο άρθρο την ώρα που δημοσιεύεται κάνοντας κλικ εδώ.
Αναζητήστε παλιότερα άρθρα στο αρχείο μας, κάνοντας κλίκ εδώ.
– Η αναπαραγωγή, δημοσίευση, τροποποίηση, ή εκμετάλευση των φωτογραφιών, video, κειμένων και λογότυπων που περιλαμβάνονται στον παρόντα ιστότοπο για οποιαδήποτε χρήση προσωπική ή εμπορική χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια, απαγορεύται αυστηρά βάσει του Νόμου 2121/93 (όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα) και των διεθνών συμβάσεων περί προστασίας πνευματικών δικαιωμάτων.