
Χρόνια τώρα, από τότε που ανακάλυψα το καφέ “Αίθριο” ήθελα να μάθω την ιστορία του και να περιηγηθώ στις γωνιές του. Ήθελα να ακούσω τις ιστορίες του για τους κρατούμενους και τους επισκέπτες με τα καπέλα. Ήθελα να βρεθώ μόνος, χωρίς τους θαμώνες, να ακούσω τις ιστορίες που κουβαλάνε αυτοί οι τοίχοι με τις πέτρες και τα τούβλα, που έντεχνα βγαίνουν από τους σοβάδες τους.

Ήξερα ότι η Δήμητρα, η ιδιοκτήτρια του καφέ, ήταν πάντα πρόθυμη να πεί όλα αυτά που ήθελα να μάθω. Πολλές φορές ξεκινήσαμε να μιλάμε αλλά πάντα μας διέκοπτε η δουλειά. Το μαγαζί είναι σε λειτουργία, είναι γνωστό και μαζεύει πολύ κόσμο. Ποτέ δεν καταφέραμε να ολοκληρώσουμε την κουβέντα μας.

Ήρθε λοιπόν η “καραντίνα” κλείσανε τα μαγαζιά και σκεφτήκαμε ότι ήταν ίσως η πιο κατάλληλη εποχή για πριβέ γνωριμία με το “Αίθριο”. Πρόθυμα η Δήμητρα, όπως το κάνει πάντα, δέχτηκε να μας μιλήσει για την ιστορία του μαγαζιού αλλά και του μνημείου. Μας άνοιξε το μαγαζί που ήταν κλειστό λόγω της “καραντίνας”, περιηγηθήκαμε στους χώρους του, μας ξενάγησε, μας έδειξε ένα ένα τα εκθέματα, μας είπε την ιστορία καθενός, μας μίλησε με μεγάλο πάθος για τον “Αγώνα δρόμου Μνημείων” τον μοναδικό αυτόν αγώνα δρόμου στον κόσμο, μας είπε για τα βάσανα του μνημείου του Γεντί Κουλέ.

Να λοιπόν όσα μάθαμε για το καφέ με τα καπέλα και την ιστορία που κουβαλάει:
Περί τα τέλη του 1890 οι Οθωμανοί αποφασίζουν να γκρεμίσουν μέρος των τειχών και των κτισμάτων που υπήρχαν μέσα στην ακρόπολη τα οποία χρησίμευαν για την στέγαση των κατοίκων της πόλης όταν αυτή δεχόταν επιδρομή. Είχαν αποφασίσει να φέρουν στην θέση τους τις φυλακές που υπήρχαν μέσα στην πόλη. Στη περιοχή γύρω από το Επταπύργιο μέναν οι πιο φτωχοί κάτοικοι της πόλης, αν και το κλίμα ήταν πολύ καλό. Με το γκρέμισμα λοιπόν των τειχών οι φτωχοί κάτοικοι της περιοχής βρήκαν υλικά για να κτίσουν τα σπίτια τους.

Έτσι ο “ανώνυμος Οθωμανός”, όπως γράφουν τα χαρτιά της Κτηματικής, έκτισε αυτό το κτίσμα που έχει τοίχους πάχους 60cm, έχει μέσα δοκάρια ξύλινα 130 χρόνων τουλάχιστον, και κομμάτια βυζαντινών τούβλων (βρέθηκαν όταν έγινε η ανακαίνιση του χώρου). Δεν γνωρίζουμε την χρήση του οικήματος από το Οθωμανό.

Με την ανταλλαγή πληθυσμών, στην περιοχή, εγκαταστάθηκαν Έλληνες πρόσφυγες. Το κτίσμα το αγόρασε το 1923 ένας Έλληνας πρόσφυγας πού είχε τρεις κόρες. Σύμφωνα με τις διηγήσεις της κόρης του πρώτου Έλληνα ιδιοκτήτη ο μπροστά χώρος χρησιμοποιήθηκε ως καφενές, ο ενδιάμεσος χώρος ήταν στάβλος για τα ζώα και πίσω ήταν το σπίτι της οικογένειας. Ήταν εξαμελής οικογένεια (είχαν και την γιαγιά μαζί τους).

Οι πρώτες σκέψεις μετά τη αγορά του οικήματος ήταν ο τρόπος που θα μπορούσε να το αξιοποιήσουν. Βλέποντας ότι δίπλα είναι οι φυλακές σκέφτηκε να φτιάξει έναν καφενέ για τους επισκέπτες των κρατουμένων. Έφτιαξε λοιπόν τον μπροστά χώρο καφενείο, έβαλε κι ένα ράφι με καπέλα τα οποία νοίκιαζε στους επισκέπτες μαζί με τον καφέ.

Οι φυλακισμένοι τότε γυρνούσαν ελεύθεροι στο Γεντί Κουλέ. Δεν φεύγαν αφού οι περισσότεροι απ’ αυτούς ήταν φτωχοί, δεν είχαν ούτε στέγη ούτε φαγητό έξω από τις φυλακές. Εδώ τουλάχιστον αυτά ήταν εξασφαλισμένα. Για να να Ξεχωρίζουν, λοιπόν, οι φυλακισμένοι από τους επισκέπτες ήταν υποχρεωμένοι οι επισκέπτες να φοράνε καπέλο. Τα καπέλα αυτά τα νοικιάζανε από τον καφενέ, μαζί με τον καφέ τους. Τα επιστρέφανε όταν τελείωνε το επισκεπτήριο.

Η επιχείρηση πήγε πολύ καλά. Έβγαλε πολλά λεφτά ο Έλληνας πρόσφυγας κι αργότερα μετακόμισε λίγο πιο κάτω κι άνοιξε παντοπωλείο, το οποίο διατήρησε για πολλά χρόνια. Στην πορεία ο χώρος αγοράστηκε πάλι από πρόσφυγες που ήρθαν από την Ρωσία γύρω στο 1933 μαζί με τον διπλανό χώρο που σήμερα είναι ταβέρνα. Έγινε μπακάλικο που προμήθευε τις φυλακές αλλά και τους κατοίκους της περιοχής. Ο μπροστά χώρος ήταν η καρβουναποθήκη του μαγαζιού.

Αργότερα όταν έκλεισε το μπακάλικο, κάποιος έκανε τον χώρο πειρατικό ραδιοφωνικό σταθμό που τότε ήταν της μόδας. Όταν έκλεισε και ο σταθμός το οίκημα έμεινε για αρκετά χρόνια ξενοίκιαστο. Το 1992 και ενώ είχαν φύγει και οι φυλακές από την περιοχή και πήγαν στα Διαβατά, η Δήμητρα κάνοντας βόλτα μιας και ήταν κάτοικος της ευρύτερης περιοχής, βλέπει το μαγαζί με ένα τεράστιο ενοικιαστήριο. Γνωρίζοντας ότι το 1997 η Θεσσαλονίκη θα γίνει πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης αποφασίζει να το νοικιάσει για να το κάνει καφέ.

Στις 8 Μαΐου του 1993 γίνονται τα εγκαίνια με τον κόσμο να γεμίζει την πλατεία μπροστά από το μνημείο και τον δρόμο μπροστά από το μαγαζί. Από τότε μέχρι σήμερα λειτουργεί το Καφέ “Αίθριο” δίπλα στο Γεντί Κουλέ. Το γνωστό καφέ με τα καπέλα.





Φωτογραφίες – κείμενο: Τηλέμαχος Γαροφαλλίδης – Μιχάλης Μαγνήσαλης
– Η αναπαραγωγή, δημοσίευση, τροποποίηση, ή εκμετάλευση των φωτογραφιών, video, κειμένων και λογότυπων που περιλαμβάνονται στον παρόντα ιστότοπο για οποιαδήποτε χρήση προσωπική ή εμπορική χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια, απαγορεύται αυστηρά βάσει του νόμου 2121/93.