
Η τέχνη και το μεράκι των μαστόρων της Ηπείρου, φαίνεται ότι δεν έμεινε μέσα στα όρια του τόπου τους, αλλά έφτασε σε διάφορα σημεία της Ελλάδας. Ένα από αυτά είναι η κοιλάδα του ποταμού Κρουσοβίτη, στον ορεινό όγκο βορειοανατολικά του Σιδηροκάστρου Σερρών. Οι πηγές του, βρίσκονται στην περιοχή μεταξύ των χωριών Αχλαδοχώρι (Κρούσοβο επί τουρκοκρατίας) και Καρυδοχώρι. Στην διαδρομή του περνάει από την περιοχή Φαιά Πέτρα και καταλήγει στο Σιδηρόκαστρο. Για να γίνει δυνατή η μετακίνηση των κατοίκων μεταξύ των χωριών, αλλά και των κοπαδιών προς τα βοσκοτόπια, κατασκευάστηκαν κατα μήκος του ποταμού, περισσότερα από δέκα γεφύρια. Η ύπαρξη τόσο πολλών γεφυριών, εξηγείται από την μεγάλη ανάπτυξη της περιοχής. Το Αχλαδοχώρι αριθμούσε προπολεμικά περισσότερους από 10.000 κατοίκους, με κύρια απασχόληση τις καλλιέργειες και την κτηνοτροφία.

Οι ονομασίες των περισσότερων γεφυριών, προέρχονται από τα παλιά σλαβικά τοπωνύμια. Βαδίζουμε μέσα στην πολύ πυκνή βλάστηση, κατά μήκος της όχθης, μέχρι να εντοπίσουμε το πρώτο από αυτά, στο σημείο Κάτω Μπετλίβα. Από εδώ περνούσε ο δρόμος που οδηγούσε στις Σέρρες. Αν και μικρότερο από τα διάσημα ηπειρώτικα, οι ομοιότητες στην αρχιτεκτονική είναι εμφανείς.

Η κατασκευή του είναι ασύμμετρη, με ένα κεντρικό τόξο πάνω από την κοίτη του ποταμού και ένα μικρότερο στη μια από τις δύο ανόδους, ενώ η άλλη πλευρά στηρίζεται σε συμπαγή πέτρινη βάση. Είναι εντυπωσιακό, πώς οι πέτρες είναι τοποθετημένες, με τρόπο που σπρώχνοντας η μια την άλλη, σχηματίζουν το τόξο, το οποίο έχει αντέξει στο πέρασμα των χρόνων, όχι μόνο το βάρος των φορτίων, αλλά και τα καιρικά φαινόμενα. Ακόμα πιο εντυπωσιακό, είναι το ότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν κάγκελα και οι περαστικοί έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικοί. Θα πρέπει να ήταν αρκετά τρομακτικό, να περνάς από ένα λιθόστρωτο πλάτους μόλις 2,7 μέτρων, χωρίς να έχεις κάπου να κρατηθείς. Στα νεότερα χρόνια, προστέθηκε το τσιμεντένιο στηθαίο που έκανε το πέρασμα πιο ασφαλές και πρόσθεσε ακόμα ένα μόνιμο μεγάλο βάρος, στην ανθεκτική πέτρινη κατασκευή.

Συνεχίζουμε την πορεία μας, ανακαλύπτοντας τις φυσικές ομορφιές μιας μάλλον άγνωστης κοιλάδας. Είναι προχωρημένο φθινόπωρο και το πράσινο έχει αρχίσει να ανακατεύεται με το κιτρινοκόκκινο. Στην κατηφορική διαδρομή, το νερό αλλάζει επίπεδο σχηματίζοντας μικρούς καταρράκτες.



Εντυπωσιακοί είναι και οι μεγάλοι βράχοι, που βρίσκονται σκορπισμένοι σε διάφορα σημεία της κοιλάδας, λες και έχουν πέσει από τον ουρανό. Η πρασινάδα έχει καλύψει το μεγαλύτερο μέρος της επιφάνειάς τους. Μερικοί από αυτούς έχουν ιδιαίτερο σχήμα, όπως αυτός που θυμιζει κεφάλι χελώνας.


Συνεχίζοντας, συναντάμε το γεφύρι της Άνω Μπελίτσας ή Τζιογκόλα. Η καμάρα του αποτελείται από πωρόλιθους και το υπόλοιπο είναι φτιαγμένο από την τοπική πέτρα (σχιστόλιθο). Επάνω του έχουν κατασκευαστεί τσιμεντένια κάγκελα. Τα πλατάνια που το περιβάλουν είναι τόσο πυκνά, ώστε είναι ορατό μόνο από πολύ κοντά.

Ανθρώπινη παρέμβαση δύο διαφορετικών εποχών. Το πέτρινο δάπεδο της αρχικής κατασκευής έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το…μάλλον άκομψο τσιμεντένιο κάγκελο. Εδώ φαίνεται καθαρά, ότι η φύση μπορεί και χωρίς εμάς. Αν η εγκατάλειψη συνεχιστεί, το γεφύρι θα χαθεί μέσα στη βλάστηση, και μελλοντικά θα καταρρεύσει, επειδή η δομή του θα διαβρωθεί από το νερό της βροχής και από την ανάπτυξη των ζωντανών οργανισμών.

Φωτογραφίες: Μιχάλης Μαγνήσαλης – Γιώργος Πολύχρους
Κείμενο: Μιχάλης Μαγνήσαλης
– Η αναπαραγωγή, δημοσίευση, τροποποίηση, ή εκμετάλευση των φωτογραφιών, video, κειμένων και λογότυπων που περιλαμβάνονται στον παρόντα ιστότοπο, για οποιαδήποτε χρήση, προσωπική ή εμπορική, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια, απαγορεύται αυστηρά, βάσει του νόμου 2121/93.